More results...

Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors
Search in posts
Search in pages
Filter by Categories
NoAds
Uploads
Video
Ελληνικά
Νέα Βίντεο
Υποτιτλισμένα
Loading the player...

Γιατί κάποιες χώρες είναι φτωχές και άλλες πλούσιες

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά που διαχωρίζουν τις πλούσιες από τις φτωχές χώρες; Ο πλούτος κάθε χώρας εξαρτάται από πολλά πράγματα, συμπεριλαμβανομένης της ποιότητας των κρατικών θεσμών, της κουλτούρας, τους φυσικούς πόρους και το γεωγραφικό πλάτος. Ένα ενδιαφέρον βίντεο από το School Of Life.

Leave a Reply

Your email address will not be published.

2 Comments

  1. π. Γ. Θ. says:

    δεν υπάρχουν πλούσια και φτωχά κράτη αλλά βιομηχανοποιημένα και αγροτοκτηνοτροφικά. τα έθνη που προηγήθηκαν στην βιομηχανική επανάσταση ειναι φυσικό και επόμενο να καθορίζουν την πορεία των υπόλοιπων. η μετάβαση από το χωράφι στο εργοστάσιο ειναι αυτό που λένε τεχνολογικός πολιτισμός, άνοδος του βιοτικου επιπέδου κλπ.. όμως δεν ειναι περισσότερο ευτυχισμένοι οι κάτοικοι των ανεπτυγμένων κρατων από τους κατοίκους των υπανάπτυκτων, διότι για να ειναι κανείς ευτυχισμένος σ’αυτόν τον κόσμο αρκει να έχει φαγητό, υγεία και οικογένεια. στα ανεπτυγμένα κράτη μπορει να έχουν περισσότερο φαγητό αλλά αυτό έχει και τις παρενέργειές του. μπορει να έχουν περισσότερα νοσοκομεια αλλά καλύτερα ειναι να μην τα χρειάζεται κανείς. και όσον αφορά την οικογένεια, οι φτωχοί τα πανε πολύ καλύτερα σ’αυτόν τον τομέα!!

  2. Alex says:

    http://fairplanet.gr/cms/index.php?option=com_content&view=article&catid=7%3A–&id=123%3A2009-10-20-14-04-18&lang=el

    Διαπιστώσαμε ότι, παρά τις προσπάθειες που είχαν καταβάλει οι διεθνείς οργανώσεις για την
    αναχαίτιση της κρίσης, ο υποσιτισμός παρέμενε ιδιαίτερα σοβαρός στις
    περιοχές αυτές. Η εξήγηση, τελικά, ήταν πως δεν ευθύνονταν μόνο η
    ξηρασία και η επιδρομή των ακρίδων για τον λιμό, αλλά κυρίως το γεγονός η
    πλειονότητα του πληθυσμού δεν είχε χρήματα για να αγοράσει ούτε τη
    βασική του τροφή. Στην επιδείνωση της κρίσης συνέβαλαν εκτός από
    την οικονομική πολιτική σταθεροποίησης που είχε επιβληθεί από το
    Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η παντελής απουσία κοινωνικών παροχών, η
    χαλαρή πολιτική για επισιτιστική ασφάλεια και η μεγάλη διαφθορά των
    κυβερνητικών στελεχών .

    Η φτώχεια στην υποσαχάρια Αφρική

    Συντάχθηκε απο τον/την Γιώργος Καλλιαμπέτσος

    Κυριακή, 18 Οκτώβριος 2009 07:50

    Πάνω από 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι σε όλο τον κόσμο, εκ των οποίων
    το ένα τρίτο στην υποσαχάρια Αφρική, ζουν με λιγότερο από ένα δολάριο
    την ημέρα

    Μόνο όταν θα έχεις κόψει το τελευταίο δέντρο,
    θα έχεις ψαρέψει το τελευταίο ψάρι,
    και θα έχεις μολύνει τον τελευταίο ποταμό,
    θα κατανοήσεις ότι δεν μπορείς να φας χρήματα.
    Αφήγημα από την ινδιάνικη φυλή Cree

    Το αεροπλάνο της γραμμής Παρίσι -Νιαμέ προσγειώθηκε στην πρωτεύουσα του
    Νίγηρα μετά από 5 ώρες ταξίδι. Μας υποδέχτηκε ένα κύμα αποπνιχτικής
    ζέστης φορτωμένο με πρωτόγνωρες μυρουδιές.
    Στον Νίγηρα, το 2004-2005, η φτώχεια που μάστιζε τη χώρα επιδεινώθηκε και μετατράπηκε
    σε έντονη επισιτιστική κρίση του πληθυσμού εξαιτίας της ξηρασίας και της
    επιδρομής των ακριδών, που έπληξαν με πρωτοφανή ένταση τις
    καλλιέργειες.Επρόκειτο να επισκεφτούμε τις περιοχές Ζinder και
    Μaradi, ανατολικά της πρωτεύουσας, διανύοντας περίπου 2.000 χιλιόμετρα,
    προκειμένου να εκτιμήσουμε τις ανάγκες του πληθυσμού σε επισιτιστική
    βοήθεια.Οι μαρτυρίες που είχαμε συλλέξει, μιλούσαν για σοβαρή
    ανθρωπιστική κρίση λόγω λιμού. Η σοδειά ήταν η χειρότερη των τελευταίων
    ετών, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν πολλά παιδιά από οξεία και
    προθανάτια υποθρεψία.Κατά τη διαδρομή μας προς το Μaradi, μας
    έκανε εντύπωση το γεγονός ότι στις λαϊκές αγορές υπήρχαν βασικά
    διατροφικά υλικά σε αφθονία. Δεν καταλαβαίναμε πώς εξηγείτο τέτοιας
    έκτασης λιμός σε περιβάλλον ειρήνης, πολιτικής σταθερότητας και με
    αγορές γεμάτες αγαθά.Στο Μaradi οι εικόνες των παιδιών με
    υποθρεψία ήταν γροθιά στο στομάχι. Στα κέντρα επισιτισμού η κατάσταση
    ήταν τραγική. Εκτός από οξύ υποσιτισμό, οκτώ στα δέκα παιδιά έπασχαν και
    από ελονοσία, ενώ τα 40 από τα 250 παιδιά του κέντρου βρίσκονταν σε
    κρίσιμη κατάσταση λόγω συνοδού λοίμωξης.
    Διαπιστώσαμε ότι, παρά τις προσπάθειες που είχαν καταβάλει οι διεθνείς οργανώσεις για την
    αναχαίτιση της κρίσης, ο υποσιτισμός παρέμενε ιδιαίτερα σοβαρός στις
    περιοχές αυτές. Η εξήγηση, τελικά, ήταν πως δεν ευθύνονταν μόνο η
    ξηρασία και η επιδρομή των ακρίδων για τον λιμό, αλλά κυρίως το γεγονός η
    πλειονότητα του πληθυσμού δεν είχε χρήματα για να αγοράσει ούτε τη
    βασική του τροφή. Στην επιδείνωση της κρίσης συνέβαλαν εκτός από
    την οικονομική πολιτική σταθεροποίησης που είχε επιβληθεί από το
    Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η παντελής απουσία κοινωνικών παροχών, η
    χαλαρή πολιτική για επισιτιστική ασφάλεια και η μεγάλη διαφθορά των
    κυβερνητικών στελεχών .
    Σε κανένα κράτος του Sahel δεν υπάρχει πρόνοια δωρεάν ιατροφαρμακευτικής βοήθειας, ούτε καν στα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού, με αποτέλεσμα η πρόσβαση στην υγεία των
    απομακρυσμένων αγροτικών κοινοτήτων να είναι εξαιρετικά δυσχερής αν όχι
    αδύνατη. Σύμφωνα με έρευνα του Multiple Indicator Cluster Surveys
    (MICS), το υγειονομικό προσωπικό είναι ανεπαρκές αφού αντιστοιχεί ένας
    ιατρός για 32.432 κατοίκους, μια νοσοκόμα για 4.488 κατοίκους και μια
    μαία για 6.393 κατοίκους. Ακόμη, η έλλειψη εξοπλισμού των κέντρων υγείας
    και η δύσκολη πρόσβαση του πληθυσμού σε υγειονομική και φαρμακευτική
    περίθαλψη, λόγω αποστάσεων, αλλά και λόγω κόστους των φαρμάκων,
    επιδεινώνει την κατάσταση. Η μη πρόσβαση σε καθαρό νερό, κυρίως σε
    απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές, είναι αιτία πολλών σοβαρών λοιμώξεων
    όπως η χολέρα.

    Τα παιδιά είναι τα κύρια θύματα της ακραίας φτώχειας που μαστίζει το Sahel.
    Σύμφωνα με τις στατιστικές της UNICEF/CDC, παιδιά που δεν έχουν δεχθεί κανέναν
    εμβολιασμό ανέρχονται στο ποσοστό 45-48%, ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό που
    εξηγεί κατά ένα μέρος την αυξημένη θνησιμότητα των παιδιών.

    Η σοβαρή υποθρεψία των παιδιών βρίσκεται κατά πολύ πάνω από το 14%
    (όριο επείγουσας παρέμβασης), ενώ το ποσοστό θνησιμότητας σε ηλικίες
    κάτω των 5 ετών ξεπερνάει το 25 % στο Δυτικό Sahel σε συνθήκες μη
    κρίσης.

    Τα υποσιτισμένα παιδιά ζυγίζουν 80% λιγότερο από το φυσιολογικό βάρος των παιδιών της ηλικίας τους,
    υποφέρουν από καθυστερημένη ανάπτυξη και η ευάλωτη υγεία τους τα καθιστά
    πιο επιρρεπή σε λοιμώδεις νόσους όπως ελονοσία, διάρροια, μηνιγγίτιδα
    και πνευμονίες.. Ο Νίγηρας όπως όλη η ζώνη του Sahel
    αποτελεί, σύμφωνα με την κατάταξη του UNDP, τη φτωχότερη περιοχή στον
    κόσμο, με το 80% του πληθυσμού του να ζει με λιγότερο από 1$ ημερησίως
    και με το πρόβλημα της πείνας να αποτελεί χρόνια πληγή, καθώς τα δύο
    τρίτα της έκτασής του καλύπτονται από τη Σαχάρα. Οι κάτοικοι με πολύ
    κόπο καταφέρνουν να καλλιεργήσουν μία απερημωμένη γη, στα νότια της
    χώρας, η οποία ακόμα και στις «καλές» χρονιές δεν καλύπτει τις
    διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού.

    Ο λιμός που
    αντιμετώπισε ο Νίγηρας αποτέλεσε μία από τις σοβαρότερες ανθρωπιστικές
    κρίσεις στη Δυτική Αφρική, η οποία δυστυχώς άργησε να γίνει αντιληπτή
    από τη Διεθνή Κοινότητα.

    Η παρατεταμένη ανομβρία και
    η επιδρομή των ακρίδων έπληξαν τις αχανείς εκτάσεις της σαβάνας, όπου
    η πρόσβαση και η συλλογή των πληροφοριών είναι πολύ δύσκολη. Ο σιωπηλός
    λιμός, όπως ονομάστηκε, για να γίνει αντιληπτός έπρεπε να ξεπεράσει τα
    όρια των αγροτικών κοινοτήτων, με αποτέλεσμα να χαθεί πολύτιμος χρόνος.
    Κι από τη στιγμή που γνωστοποιήθηκε η έκταση του προβλήματος, υπήρξε
    μεγάλη καθυστέρηση στο κάλεσμα και στην ανταπόκρισή της διεθνούς
    βοήθειας.

    Στο εντεινόμενο δράμα της πείνας,
    σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν και οι πολύμηνες υποχωρήσεις της κυβέρνησης
    στις πιέσεις της αγοράς και στις οδηγίες του Διεθνούς Νομισματικού
    Ταμείου, που αντιδρούσαν στην παροχή διεθνούς ανθρωπιστικής βοήθειας,
    θεωρώντας πως μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε σε σημαντική πτώση στις
    τιμές των προϊόντων.

    Η
    γεωγραφική περιοχή του Sahel είναι η υποσαχάρια ζώνη που εκτείνεται από
    τον Ατλαντικό μέχρι την κεντρική Αφρική συμπεριλαμβανομένου και του
    Τσαντ. Περιλαμβάνει οκτώ κράτη : τη Σενεγάλη, τη Γουινέα, τη Γκάμπια,
    τη Μαυριτανία, το Μάλι, τη Μπουργκίνα Φάσο, το Νίγηρα και το Τσαντ.

    Ορισμένοι γεωγράφοι την επεκτείνουν μέχρι την Ερυθρά Θάλασσα,
    συμπεριλαμβάνοντας το βόρειο και κεντρικό Σουδάν, τη βόρεια Αιθιοπία και
    τη βόρεια Ερυθραία.

    Η κυρίως ζώνη του Sahel
    χαρακτηρίζεται από το κλίμα σαβάνας, με διακριτές περιόδους βροχοπτώσεων
    και ξηρασίας, με μέση θερμοκρασία τους 35οC, και η περίοδος των βροχών
    διαρκεί από τον Ιούλιο μέχρι το Σεπτέμβριο.

    Η
    δυνατότητα καλλιέργειας στη ζώνη αυτή είναι περιορισμένη, γι αυτό και
    παραδοσιακά οι πληθυσμοί της περιοχής, προσαρμοσμένοι στους κλιματικούς
    περιορισμούς, ήταν νομάδες με πρώτη ασχολία το εμπόριο με τα καραβάνια.

    Όταν
    η περιοχή διαχωρίστηκε επί αποικιοκρατίας σε ζώνες επιρροής και
    χαραχθήκαν αυθαίρετα τα νέα σύνορα, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να
    εγκαταλείψουν τη νομαδική ζωή και να περιοριστούν σε μικρής έκτασης
    καλλιέργειες δημητριακών και στην κτηνοτροφία (οι σαβάνες αποτελούν
    εκτεταμένους βοσκότοπους).

    Ως συνέπεια των
    επιβεβλημένων μη φυσικών και πολιτιστικών συνόρων, οι περιοχές εκτέθηκαν
    σε εμφύλιες διαμάχες και διακρατικές συρράξεις που μοίρασαν φυλές κι
    εθνότητες σε δύο, τρία ή περισσότερα κομμάτια. Οι Touareg, οι Haoussa,
    οι Peuls, για παράδειγμα, στερήθηκαν το ζωτικό και πολιτιστικό τους
    χώρο. Κάθε εξέγερση γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τη Δύση και,
    ανάλογα με τα συμφέροντά της, μπορεί να ενθαρρύνεται ή να
    καταστέλλεται.

    Οι περιοχές του Sahel, δεδομένης
    της έλλειψης νερού και της απουσίας κάθε είδους υποδομών άρδευσης και
    σύγχρονων μεθόδων επιμέλειας της γης, έχουν περιορισμένες δυνατότητες
    καλλιέργειας.

    Η κλιματική αλλαγή του πλανήτη είναι
    ιδιαίτερα έντονη στη ζώνη του Sahel, με αποτέλεσμα, τα τελευταία 50
    χρόνια, την απερήμωση 250 χιλιομέτρων προς το νότο, σε μια ζώνη βάθους
    μέχρι 6.000 χιλιόμετρων.
    Οι χώρες αυτές, μετά από τη μεγάλη
    επισιτιστική κρίση του 1972, δημιούργησαν το 1973 την CILSS (Comité
    Inter-Etate pour la Lutte contre la Sécheresse au Sahel) με σκοπό την
    αλληλοβοήθεια και την πάλη ενάντια στην φτώχεια και την ξηρασία.

    ΜΕΡΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΟΥ SAHEL* ΚΡΑΤΗ 1 2 3 4 5 6 7 8 9 Πληθυσμός (εκατομμύρια) 12,4 Ο,5 1,4 12,7 2,9 1,5 13,1 11,1 Ανάπτυξη 1975-2003 2,6 2,0 3,4 2,6 2,5 3,0 3,2 2,7 2,8 Μέσος όρος ζωής (έτη) 47,5 70,4 55,7 47,9 52,7 44,7 44,4 55,7 43,6 Αναλφαβητισμός ενηλίκων (%) 87,2 24,3 62,2 81,0 48,8 60,4 85,6 60,7 Πληθυσμός που ζει με λιγότερο από 1$ 44,9 50,0 59,3 72,3 25,9 60,0 61,4 26,3 Πληθυσμός χωρίς πρόσβαση σε νερό (%) 49,0 20,0 18,0 52,0 44,0 41,0 54,0 28,0 66,0 Πληθυσμός σε υποθρεψία εκτός κρίσεων (%) 19,0 27,0 29,0 10,0 34,0 24,0 28,0 *Η ζώνη του δυτικού SAHEL περιλαμβάνει τις χώρες 1. Μπουργκίνα Φάσο, 2. Πράσινο Ακρωτήρι, 3. Γκάμπια, 4. Μαλί, 5. Μαυριτανία, 6. Γουινέα, 7. Νίγηρας ,8. Σενεγάλη, 9. Τσαντ.

    Πηγή Pnud ( www. Undp. Org).

    Η κατάταξη της φτώχειας δε μπορεί να αξιολογηθεί με γνώμονα τη δυτική πραγματικότητα.

    Για τις χώρες αυτές πιο αξιόπιστη μέθοδος είναι η ημερήσια κατανάλωση τροφών και όχι οι χρηματικές απολαβές.

    Ως απόλυτη φτώχεια ορίζεται: Ένα γεύμα την ημέρα με ελάχιστη κατανάλωση δημητριακών σε μορφή χυλού.

    Ως φτώχεια ορίζεται : Δύο γεύματα την ημέρα ή και περισσότερα με μικρή
    κατανάλωση δημητριακών. Εκτός από γάλα μια φορά την εβδομάδα, δεν
    υπάρχει άλλη ζωική πρωτεϊνούχα τροφή.

    Ως οριακή φτώχεια ορίζεται: δύο γεύματα την ημέρα με κατανάλωση
    δημητριακών ή ρυζιού, δύο και τρεις φορές την εβδομάδα κατανάλωση
    γάλακτος. Μία φορά την εβδομάδα κρέας.

    Αποδεκτή: Δύο ως τρία γεύματα την ημέρα με ικανοποιητική κατανάλωση δημητριακών
    και ρυζιού, λαχανικά τουλάχιστον τρεις φορές την εβδομάδα, δύο φορές την
    εβδομάδα κρέας.

    Από το 1960 και εν μέσω ψυχρού πολέμου η Δύση διεκήρυττε ότι σε μια
    δεκαετία θα πετύχει μεταβολή της μοίρας των φτωχών Αφρικανικών χωρών σε
    τέτοιο βαθμό που δεν θα είναι πλέον αναγκαία η εξωτερική βοήθεια.
    Βέβαια, αυτό που ήθελε στην ουσία ήταν να μην αφήσει τα κράτη αυτά στην
    επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης. Ως
    εκ τούτου παραχώρησε συμβούλους πολιτικούς, οικονομικούς,
    στρατιωτικούς, και πλειάδα οργανώσεων που δραστηριοποιήθηκαν στις
    περιοχές αυτές (Δ.Ν.Τ., Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνής Ανάπτυξη των ΗΠΑ και
    της Αγγλίας, Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης, Αναπτυξιακό Πρόγραμμα του
    ΟΗΕ, Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας , Οργανισμός Τροφίμων και Αγροτικής
    Παραγωγής FAO/ UNICEF κ.ά). Γνωρίζουμε σήμερα ότι όλες αυτές οι
    παρεμβάσεις οδηγήθηκαν σε πλήρη αποτυχία.

    Οποιαδήποτε
    βοήθεια έχει δοθεί, σπάνια προσφέρεται με ανιδιοτέλεια, ενώ η Δύση
    προσπαθεί να λύσει τα προβλήματα με το δικό της σκεπτικό και νοοτροπία.
    Παρ’ ότι δε μπορεί να γνωρίζει καλύτερα τα προβλήματα και την επίλυσή
    τους από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους, κανένας από τους αποδέχτες
    της βοήθειας δε ρωτιέται.

    Ο William Easterly1 αναφέρει
    το παράδειγμα της ηλεκτρικής κουβέρτας: «μια κρύα νύκτα η σύντροφος μου
    κι εγώ κοιμόμασταν με μια διπλή ηλεκτρική κουβέρτα. Μπερδέψαμε όμως
    τους ρυθμιστές. Έτσι εγώ όταν ζεστάθηκα χαμήλωσα τον ρυθμιστή και η
    γυναίκα μου πάγωσε. Αύξησε με τη σειρά της τη θερμοκρασία με αποτέλεσμα η
    δική μου πλευρά να γίνει ακόμα πιο ζέστη, οπότε κατέβασα την
    θερμοκρασία ακόμα περισσότερο. Η γυναίκα μου συνέχισε να κρυώνει και
    ανέβασε κι άλλο την δική μου θερμοκρασία». Το πρόβλημα είναι εκεί. Η
    Δύση ρυθμίζει τον θερμοστάτη μιας μακρινής κουβέρτας και κανένας δε
    ρωτιέται αν κρυώνει ή ζεσταίνεται. Οι πολιτικές των πλουσίων χωρών
    ελέγχουν τους οργανισμούς βοήθειας και οι φτωχοί δε διαθέτουν την ισχύ
    για να αποδώσουν ευθύνες.

    Μεταξύ του 1972 και του 2002, ο αριθμός των σοβαρά και μόνιμα υποσιτιζόμενων Αφρικανών αυξήθηκε από 81 σε 203 εκατομμύρια. Μπροστά
    στο παγκόσμιο δράμα της πεινάς, ο ΟΗΕ πρόσφατα αποφάσισε την αύξηση
    της επισιτιστικής βοήθειας κατά 50% μέχρι το 2030, αποδεσμεύοντας 15-20
    δις δολάρια το χρόνο.

    Είναι αλήθεια ότι πάντα πρέπει να υπάρχουν αποθέματα για την περίπτωση
    μεγάλων κρίσεων. Η πολιτική όμως της «επείγουσας βοήθειας» δεν
    ενδείκνυται για την επίλυση του χρόνιου επισιτιστικού προβλήματος και
    της πείνας των ανθρώπων. Ως επί το πλείστον, οι πρακτικές αυτές δε
    φέρνουν αποτέλεσμα, αλλά αποβλέπουν στον εντυπωσιασμό της κοινής γνώμης.

    Τα χρήματα είναι πολλά
    και με πολύ λιγότερα θα μπορούσαν να είχαν γίνει πολύ πιο ουσιαστικές
    παρεμβάσεις όπως, για παράδειγμα, πηγάδια στα χωριά για να μπορούν να
    ποτίσουν οι αγρότες το βιός τους και να έχουν πρόσβαση σε καθαρό νερό Ο
    φτωχός αγρότης δεν είναι ζητιάνος, ούτε τεμπέλης να ζητά έτοιμο το
    φαγητό του. Χρειάζεται τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις για να μπορεί να το
    παράγει.Οι αγρότες στην περιοχή
    του Sahel, με πρωτόγονα μέσα και δίχως αρδευτική υποδομή, προσπαθούν να
    καλλιεργήσουν τα εδάφη τους, με συνέπεια ακόμα και τις καλές χρονιές, η
    σοδειά να μην επαρκεί για αποθήκευση ή πώληση.

    Πολλές
    ανθρωπιστικές ανεξάρτητες οργανώσεις, Μ.Κ.Ο. και συλλογικότητες, ως
    φορείς της «κοινωνίας των πολιτών» του δυτικού κόσμου, έχουν τις
    καλύτερες των προθέσεων για αλτρουιστική προσφορά και βοήθεια στον
    αναπτυσσόμενο κόσμο. Έχουν καλούς σχεδιασμούς και ενθαρρυντικά
    αποτελέσματα, πλην όμως μένουν χωρίς οικονομική στήριξη επειδή οι
    δράσεις τους αποκλίνουν από τη στρατηγική των κεντρικών
    πολιτικοοικονομικών σχεδιασμών της Δύσης. Έχουν καταλάβει ότι η βοήθεια
    δεν πρέπει να είναι αποσπασματική αλλά πρέπει να ενταχτεί σε μια
    γενικότερη πολιτική καταπολέμησης της φτώχειας και έχουν κάνει σημαντικά
    βήματα στην κατεύθυνση ατόκων μικροδανείων, στην κατασκευή υποδομών για
    επισιτιστική ασφάλεια σε καταστάσεις κρίσεων, στην εγκατάσταση δικτύων
    άρδευσης και ύδρευσης, στην αναδάσωση, στην καταπολέμηση του
    αναλφαβητισμού, στον οικογενειακό προγραμματισμό για τη σταθεροποίηση
    της δημογραφικής ανάπτυξης, στις υποδομές πρωτοβάθμιας υγείας.

    Το θέμα της αναδάσωσης και της επισιτιστικής ασφάλειας έχει απασχολήσει
    επανειλημμένα τις ανθρωπιστικές οργανώσεις. Αξιόλογη προσπάθεια για την
    εξασφάλιση επάρκειας τροφής σε περιόδους κρίσεων, αποτελεί η δημιουργία
    των Τραπεζών Δημητριακών (Banques Céréalières ή B.C.).
    Οι
    Τράπεζες Δημητριακών, είναι στην πραγματικότητα αγροτικοί συνεταιρισμοί
    που κτίστηκαν σε απομακρυσμένα από το κέντρο χωριά, με σκοπό τη
    συγκέντρωση αποθεμάτων δημητριακών και σπόρων για την άμεση παροχή
    επισιτιστικής βοήθειας αλλά και για την πρόληψη ενδεχόμενης κρίσης. Οι
    τράπεζες αυτές δημιουργήθηκαν από μη κυβερνητικές οργανώσεις, ενώ τη
    διαχείρισή τους έχει αναλάβει τοπική επιτροπή των ίδιων των κατοίκων
    κάθε κοινότητας. Ο τρόπος λειτουργίας αυτών των τραπεζών προβλέπει την
    παροχή τροφίμων είτε με συμβολική χρηματική ανταλλαγή είτε υπό μορφή
    δανεισμού σε είδος. Με τη νέα σοδειά, ο αγρότης είναι υποχρεωμένος να
    επιστρέψει τη δανεισμένη ποσότητα σπόρων προκειμένου να υπάρχει πάντα
    απόθεμα.

    Οι
    χώρες του Sahel όπως και οι περισσότερες αφρικανικές χώρες, δε
    διαθέτουν παρά υποτυπώδεις μηχανισμούς υπηρεσιών κοινής ωφέλειας
    (ηλεκτρισμός και νερό), έχουν ισχνές υποδομές (δρόμους και
    σιδηρόδρομους), τα επιτόκιά δανεισμού εμφανίζουν απότομες και μεγάλες
    διακυμάνσεις, ο πληθωρισμός είναι υψηλός, ενώ αντιμετωπίζουν προβλήματα
    στην παραγωγικότητα της εργασίας τα οποία πηγάζουν από την ελλιπή
    μόρφωση, περίθαλψη και στέγαση. Οι θεσμοί της αγοράς είναι ευάλωτοι
    (όπως τα ανώριμα χρηματοοικονομικά συστήματα) και τα νομικά πλαίσια
    υπολειτουργούν. Οι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί δεν έχουν συμφέρον να
    διορθώσουν τα θεμελιώδη και δομικά προβλήματα της οικονομίας.

    Η παγκόσμια οικονομική πολιτική και ο νεοφιλευθερισμός αποτελούν τη
    βασική αιτία της πείνας. Το πλάνο σταθεροποίησης της οικονομίας που έχει
    επιβάλει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δημιούργησε μεγάλη ανισότητα και
    περαιτέρω απώλεια του πενιχρού εισοδήματος.

    Μετά
    το τέλος της αποικιοκρατίας στη δεκαετία του 60, η νεοαποικιοκρατία
    έχει αποδειχθεί σκληρότερη. Η εκμετάλλευση της Δύσης έχει φτάσει σε
    ακραία όρια. Καταχρώνται συχνά τη θέση ισχύος, την οποία έχουν ως
    δωρητές, και απειλούν με άρση της προτίμησης για εμπορική συνεργασία αν
    δεν υπογραφούν οι Συμφωνίες Economic partnership agreements2, στο
    πλαίσιο των οποίων θα περικοπούν οι πωλήσεις των Αφρικανών γεωργών στις
    τοπικές αγορές από τη ραγδαία εμπορική απελευθέρωση που ανοίγει το
    δρόμο σε μεγάλες ποσότητες επιδοτούμενων εισαγωγών από την Ε.Ε. Ο
    τρόπος δράσης των συμφωνιών αυτών όπως εύστοχα αναφέρει ο διευθυντής
    του CODESRIA Αντεμπάγιο Ολουκόσι, είναι ουσιαστικά «διαίρεση δια του
    εμπορίου», τακτική την οποία ξεκίνησαν οι αποικιοκράτες στη διάσκεψη του
    Βερολίνου το 1884–85, όταν τεμάχισαν την ήπειρο σε αποικίες και «κράτη»
    με τρόπο αυθαίρετο και παράλογο.
    Η απελευθέρωση του εμπορίου έχει
    καταστροφικά αποτελέσματα για την αφρικανική γεωργία, καθώς δεν
    αναμένεται να αναπτυχθεί παρά ένας μόνο κλάδος της οικονομίας: η
    μεταποίηση. Είναι και η μόνη δραστηριότητα που δελεάζει το ευρωπαϊκό
    κεφάλαιο να επενδύσει σε κοινοπραξίες.

    Ενδιαφέρουσα
    είναι και η άποψη σχετικά με τις καλλιέργειες δημητριακών που
    χρησιμοποιούνται σαν βιοκαύσιμα. Ενώ η παγκόσμια παραγωγή δημητριακών
    αυξάνεται, μόνον 50% αυτής καλύπτει επισιτιστικές ανάγκες. Το υπόλοιπο
    μετατρέπεται σε βιοκαύσιμα. Με αυτό τον τρόπο αδρανοποιούνται τεράστιες
    καλλιεργήσιμες εκτάσεις και δημιουργούνται νέες με αποτέλεσμα τη ραγδαία
    αποψίλωση των δασών και την απομύζηση του υδατίνου πλούτου.

    Οικονομικοτεχνικές μελέτες απέδειξαν ότι η καλλιέργεια για την παραγωγή
    βιοκαυσίμων αφαιρούν από την κατανάλωση ποσότητες δημητριακών που θα
    μπορούσαν να καλύψουν 20 φορές το τρέχον παγκόσμιο επισιτιστικό
    έλλειμμα. Ένα γεμάτο ρεζερβουάρ βενζίνης από αιθανόλη χρειάζεται δημητριακά που αντιστοιχούν στην ετήσια διατροφή ενός ανθρώπου3. Αποτέλεσματων καλλιεργειών αυτών είναι η μείωση παραγωγής δημητριακών για επισιτιστική χρήση, η αύξηση της τιμής τους και η επιδείνωση του
    φαινομένου του θερμοκηπίου. Το ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα
    βιοκαύσιμα, επιταχύνει το ρυθμό με τον οποίο καταστρέφονται τα δάση, που
    θεωρείται μείζων παράγοντας που συντελεί στην υπερθέρμανσης του πλανήτη (μελέτη της Χόλι Γκιμπς, του Ινστιτούτου Woods για το Περιβάλλον του Πανεπιστημίου Στάφορντ των ΗΠΑ).

    Συμπερασματικά, η ζώνη του Sahel έχει πράγματι μικρή γεωργική παραγωγή.

    Ωστόσο, και ανεξάρτητα από την κρίση που χαρακτηρίζει την τωρινή
    συγκυρία, η νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική μετατρέπει τη μέτρια
    φτώχεια σε χρόνια. Το κόστος ζωής και η επιβεβλημένη αγορά βασικών
    αγαθών που να ανταποκρίνονται στις στοιχειώδεις ανάγκες του πληθυσμού
    είναι δυσανάλογα με το μέσο εισόδημά του.
    Η φτώχεια, σε συνδυασμό με την καταστροφή ή την ανεπάρκεια της σοδειάς, επιφέρει
    περαιτέρω φτώχεια, δανεισμό, μη αποπληρωμή του χρέους, αύξηση των
    επιτοκίων, πώληση γαιών, και πάλι φτώχεια. Είναι δηλαδή, συνέχεια παρών
    ένας φαύλος κύκλος (η παγίδα της φτώχειας) από τον οποίον αδυνατούν οι
    αγρότες να ξεφύγουν.

    Όπως το έλεγε ο Gandhi, η γη διαθέτει επαρκείς πόρους για να ικανοποιήσει τις
    ανάγκες όλων, εφόσον βεβαία σταματήσει η απληστία ορισμένων. Το 20% του
    παγκοσμίου πληθυσμού ελέγχει το 75% των παγκόσμιων πόρων. Το ελέγχει
    και το εμπορεύεται κερδοσκοπώντας μέσω των πολυεθνικών εταιρειών της
    γεωργίας, της ιδιωτικοποίησης των νερών και των νόμων του παγκοσμίου
    εμπορίου.

    Η μάχη για την καταπολέμηση της φτώχειας είναι πρώτα από όλα θέμα πολιτικό και απαιτεί
    σύνθετες προσεγγίσεις και άλλες στρατηγικές.

    Το όλο δράμα εκτυλίσσεται όπως το περιγράφει ο νομπελίστας οικονομολόγος Amartya Sen, «Η
    πείνα δεν οφείλεται σε έλλειψη τροφίμων, αλλά στο γεγονός ότι τα
    χαμηλότερα στρώματα της κοινωνίας δεν έχουν τα μέσα ώστε να προμηθευτούν
    τα αναγκαία για την επιβίωση τους».
    Γιώργος Καλλιαμπέτσος, ιατρός
    Πρόεδρος Δ.Ε. της Ανθρωπιστικής Οργάνωσης Fair Planet